Κυριακή 29 Μαρτίου 2015

Ο βυθισμένος ναός της κοίμησης της Παναγίας στην Επισκοπή Ευρυτανίας.









Ο μοναδικός για το είδος και τον εικονιστικό του διάκοσμο ναός της Κοίμησης της Θεοτόκου στην Επισκοπή Ευρυτανίας (πιθανότατα καθολικό μονής και έδρα Επισκοπής στα κατοπινά χρόνια) χτίστηκε στην δεξιά όχθη του Μέγδοβα στις πρώτες δεκαετίες του 9ου αιώνα (830 – 850) στο τέλος της Εικονομαχίας πιθανόν επί βασιλείας του αυτοκράτορα Θεόφιλου.
Ο ναός ανήκει στην κατηγορία των μεταβατικών ελλαδικών σταυροειδών εγγεγραμμένων ναών που προήλθαν από τον συνδυασμό ελεύθερου σταυρού και τρίκλιτης θολωτής βασιλικής. Στην δυτική του πλευρά έχει νάρθηκα και στην ανατολική τρεις κυκλικές αψίδες με προεξέχουσες αντηρίδες (όπως και στους πλαϊνούς τοίχους) για την στήριξη του όλου οικοδομήματος. Στην κεντρική αψίδα υπάρχει σύνθρονο και επισκοπικός θρόνος που αποτελούν επιβιώσεις παλαιοχριστιανικές. Το οικοδόμημα στερείται γλυπτού η κεραμοπλαστικού διακόσμου, στοιχείο που επίσης συνηγορεί στην χρονολόγησή του. Όταν αποφασίστηκε η κατασκευή του φράγματος των Κρεμαστών το 1961 ξεκίνησε από το Κ.Α.Σ προσπάθεια μελέτης του μνημείου και εργασίες αποτοίχισης των τοιχογραφιών του. Τότε διαπιστώθηκε ότι στο εσωτερικό του ναού υπήρχαν τρία στρώματα αγιογραφήσεων. Το πρώτο είναι σύγχρονο με την ανέγερσή του και αποτελείται από συνδυασμό ανεικονικών παραστάσεων (κύκλοι, ρόμβοι, ανθεμοειδή κ.α) και εικονιστικών ( παράσταση της Σταύρωσης, παγώνια, γρύπες κ.α). Από το σύνολο της αρχικής ιστόρησης έχουν απομείνει μόνο λιγοστά σπαράγματα. Το δεύτερο στρώμα χρονολογείται στον 11ο αιώνα και με αυτό συμπληρώθηκαν ανεικονικές διακοσμήσεις που είχαν φθαρεί η καταστραφεί. Και από το στρώμα αυτό ελάχιστα τμήματα σώζονται (Προφήτης Ηλίας, άγιος Νικόλαος, άγιοι Κοσμάς & Δαμιανός, αγία Θεοδότη κ.α). Το τρίτο και τελευταίο στρώμα (1245 – 1250) είναι φυσικά το καλύτερα σωζόμενο και κάλυπτε ολόκληρη την διακοσμητική επιφάνεια του ναού. Από την τελευταία αυτή φάση σώζονται αρκετές μορφές και συνθέσεις (Κοίμηση, Ανάληψη, Πεντηκοστή, Βαϊοφόρος, εις Άδην κάθοδος, Γέννηση, Μεταμόρφωση, η ανάσταση του Λαζάρου, οι άγιοι Ορέστης, Σάββας, Ιλαρίων, Ερμόλαος, κ.α). Φαίνεται ότι στην ολοκλήρωση του ζωγραφικού έργου αυτής της τελευταίας φάσης συνεργάστηκαν τρεις διαφορετικοί καλλιτέχνες. Μοναδική νεότερη επέμβαση στο εσωτερικό του ναού αποτελεί η προσθήκη του χτιστού, κατάγραφου τέμπλου κατά τους μεταβυζαντινούς χρόνους. Το 1965 η λίμνη έπνιξε όλη την περιοχή με αρκετά χωριά, καλλιέργειες,  εκκλησίες, γεφύρια και το μοναδικό αυτό μνημείο χάθηκε για πάντα. Οι αποτοιχισμένες τοιχογραφίες και ολόκληρο το τέμπλο μεταφέρθηκαν στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο Αθηνών όπου εκτίθενται σε ξεχωριστή πτέρυγα. 
 
ΕΠΙΜΥΘΙΟ:
Τον Μάϊο του 2008 ο σύλλογος ερασιτεχνών αυτοδυτών «ΤΗΘΥΣ» πραγματοποίησε δύσκολη και τολμηρή κατάδυση στο σημείο του βυθισμένου ναού και διαπίστωσε ότι 43 χρόνια μετά ο ναός σε βάθος 32 μέτρων συνεχίζει όρθιος να αντιστέκεται στα ρεύματα και την λάσπη που κάθε χρόνο κατεβάζει ο Μέγδοβας.

Βιβλιογραφία:
  1. Βυζαντινή ναοδομία (600-1204) Νικολάου Γκιολέ.
  2. Αποτοιχισμένες τοιχογραφίες στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο Αθηνών της Επισκοπής Ευρυτανίας της Ειρήνης Ν. Θεοχαροπούλου.
  3. Βυζαντινό Μουσείο. Εφημερίδα Καθημερινή, 7 ημέρες.

Σάββατο 7 Μαρτίου 2015

Euphorbiaceae.







Η τάξη των Ευφορβιωδών, (Euphorbiales) ανήκει στα Αγγειόσπερμα και περιλαμβάνει 7 οικογένειες, περίπου 315 γένη και πάνω από 8.000 είδη.  Το όνομά της το πήρε από τον Αλεξανδρινό γιατρό Εύφορβο (ο Εύφορβος διετέλεσε γιατρός του Ιούβα, βασιλιά της Νουμιδίας και συζύγου της Κλεοπάτρας Σελήνης, μοναχοκόρης της τελευταίας Ελληνίδας βασίλισσας της Αιγύπτου) ο οποίος ανακάλυψε τις τοξικές και φαρμακευτικές ιδιότητες μερικών από τα είδη της.
Το γένος των Ευφορβιίδων (Euphorbiaceae) εκπροσωπείται στην Ελλάδα από 64 είδη, από μικρά δέντρα μέχρι νανώδη φυτά που  καταλαμβάνουν ένα πλήθος βιοτόπων, από τα βουνά μέχρι την παραλιακή ζώνη.
Όλοι οι εκπρόσωποι του γένους εκκρίνουν έναν λευκό (γαλακτώδη) χυμό καυστικό και τοξικό από τον οποίο προέρχεται και η λέξη γαλατσίδα με την οποία είναι γενικά γνωστοί στα περισσότερα μέρη της χώρας. Η ιδιότητά τους  αυτή χρησιμοποιήθηκε από ερασιτέχνες ψαράδες των ποταμών και των λιμνών για να ζαλίζουν τα ψάρια και στην συνέχεια να τα πιάνουν ανίκανα να κολυμπήσουν και να αντιδράσουν.
Η Euphorbia dendroides της ανάρτησης καταλαμβάνει συνήθως ασβεστολιθικά βράχια και άγονα μέρη της παραλιακής ζώνης και σχηματίζει συμπαγείς πληθυσμούς φυτών σε μέγεθος μικρών δέντρων (μέχρι 3 μέτρα ψηλά).
Τα άνθη και τα κλαδιά της χρησιμοποιήθηκαν παλιότερα σαν φάρμακο για πόνους της χολής, σαν καθαρτικό, σαν φάρμακο για τις κρεατοελιές και σαν αποτριχωτικό.
Η τοξικότητά της όμως είναι τόσο μεγάλη που απαγορεύει κάθε ιδέα για χρήση της σήμερα χωρίς συνταγή γιατρού!